Οι επιστήμονες που μελετούν το αρχαίο κλίμα του πλανήτη, ανακάλυψαν ανησυχητικά «σημάδια» που αυξάνουν τον κίνδυνο για το μέλλον, όσον αφορά τη στάθμη των θαλασσών.
Διαπίστωσαν ότι πριν από 125.000 χρόνια, όταν η Γη βρισκόταν σε μια θερμή περίοδο ανάμεσα σε δύο περιόδους πάγων και οι θερμοκρασίες της ήσαν περίπου όσο οι σημερινές, η στάθμη των θαλασσών ήταν τότε έξι έως εννέα μέτρα μεγαλύτερη από τη σημερινή.
Αυτό δημιουργεί φόβους ότι κάτι ανάλογο μπορεί να συμβεί και στο μέλλον, υψώνοντας δραματικά τη στάθμη των ωκεανών στον πλανήτη μας, στο βαθμό ιδίως που δεν τεθεί «φρένο» στην κλιματική αλλαγή και στη σταδιακή άνοδο της παγκόσμιας θερμοκρασίας.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Τζέρεμι Χόφμαν του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Όρεγκον των ΗΠΑ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Science", σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο και τη βρετανική «Guardian», έκαναν λόγο για «ανησυχητική τάση» και για μεγάλη αβεβαιότητα, όσον αφορά το πώς θα αντιδράσουν και τώρα οι ωκεανοί στη σύγχρονη υπερθέρμανση του πλανήτη.
Η Γη -πέρα από την τωρινή ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή- έχει περάσει στο μακρινό παρελθόν (όταν οι άνθρωποι δεν υπήρχαν καν ή δεν μπορούσαν να επηρεάσουν το κλίμα) μέσα από διαδοχικές περιόδους ανόδου και πτώσης της θερμοκρασίας. Οι περίοδοι αυτές οφείλονταν σε καθαρά φυσικές και βιολογικές διαδικασίες, όπως οι αλλαγές στην τροχιά του πλανήτη μας και η δράση των μικροοργανισμών. Κάθε τέτοια ψυχρή ή θερμή περίοδος διαρκούσε δεκάδες χιλιάδες χρόνια.
Η τελευταία φορά που το γήινο κλίμα ήταν ασυνήθιστα ζεστό, ήταν πριν από 116.000 έως 129.000 χρόνια, κατά τη λεγόμενη «τελευταία μεσοπαγετωνική περίοδο», μία από τις πιο θερμές των τελευταίων 800.000 ετών.
Οι επιστήμονες ανέλυσαν υποθαλάσσια ιζήματα από 83 σημεία του πλανήτη και συμπέραναν ότι πριν από 125.000 χρόνια η θερμοκρασία δεν διέφερε από τον μέσο όρο της περιόδου 1995-2014. Όμως τότε τα νερά ήσαν έξι έως εννέα μέτρα ψηλότερα, ενώ σήμερα δεν είναι - ακόμη τουλάχιστον.
Κανείς επιστήμων δεν μπορεί να προβλέψει με σιγουριά πόσο γρήγορα θα ανέβουν οι θάλασσες στο μέλλον, πράγμα που θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό από το σε ποια έκταση και με ποιον ρυθμό θα λιώσουν οι πάγοι της Ανταρκτικής και της Γροιλανδίας. Οι προβλέψεις διαφέρουν αισθητά, από μερικές δεκάδες εκατοστά (κατά 13 έως 68 εκατοστά μέχρι το 2050, σύμφωνα με τη Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή) έως αρκετά μέτρα.
Η νέα μελέτη ενισχύει το απαισιόδοξο σενάριο, μολονότι -ακόμη και σε αυτή την περίπτωση- η μεγάλη άνοδος των υδάτων μπορεί να συμβεί μετά από μερικές χιλιάδες χρόνια και όχι σε λίγες δεκαετίες.
«Τα καλά νέα από τη νέα μελέτη είναι ότι, με λίγη τύχη, οι θάλασσες θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν αργά, οπότε θα έχουμε χρόνο να προσαρμοστούμε. Όμως τα κακά νέα είναι ότι τελικά οι τωρινές παράκτιες τοποθεσίες μας θα πλημμυριστούν από τα νερά», δήλωσε ο καθηγητής κλιματολογίας 'Αντριου Γοουάτσον του βρετανικού Πανεπιστημίου του Έξετερ.